Η ιστορία αυτού του μέρους ξεκινάει από τον 9ο αι. π. Χ. και φτάνει στο σήμερα σαν ένας τόπος που μπορεί να συνδυάζει άψογα ιστορία, χαλάρωση και ένα εκπληκτικό ηλιοβασίλεμα στο τέλος της ημέρας.
Η μικρή αμμουδιά, ο φάρος Μελαγκάβι και τα ευρήματα
Εδώ που τα λέμε, δεν είναι ό,τι πιο συνηθισμένο να βρισκόμαστε σε μια μικρή ακτή που αποτελούσε θρησκευτικό κέντρο κατά την αρχαιότητα και σήμερα αρκετά από τα ευρήματα να εξακολουθούν να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του τόπου αυτού. Είναι τόσο εναρμονισμένα όλα σε αυτό μέρος που μοιάζει η αίγλη εκείνης της εποχής να αποπνέει μια αύρα ευμάρειας και δόξας ακόμη και σήμερα, τόσους αιώνες μετά.
Το μόνο που χρειάζεται κατά την επίσκεψή μας εδώ, είναι ο σεβασμός μας προς τον χώρο και την κληρονομιά μας. Φεύγοντας, η εντύπωση πως δεν πέρασε κανείς από δω πρέπει να είναι πέρα από πασιφανής. Αυτό σημαίνει πως δεν πειράζουμε τίποτα από τα ευρήματα πάνω στην ακτή και φυσικά δεν αφήνουμε σκουπίδια.
Αν αφιερώσουμε λίγο από το χρόνο μας ώστε να διαβάσουμε τις ενημερωτικές πινακίδες δίπλα από τα αρχαιολογικά ευρήματα, θα φύγουμε και με πολύ ενδιαφέρουσες γνώσεις στις «αποσκευές» μας.
Η μικρή αμμουδερή παραλία με τα πεντακάθαρα νερά είναι ιδανική για μια δροσερή βουτιά ενώ το μικρό λιμανάκι είναι κατάλληλο για όσους προσεγγίζουν την παραλία από τη θάλασσα.
Το εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη προσφέρει χώρο για χαλάρωση και μια ευπρόσδεκτη (ιδιαίτερα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες) σκιά.
Επιπλέον, μόνο 500 μέτρα μακριά, βρίσκεται ο πέτρινος φάρος Μελαγκάβι που από το 2001 θεωρείται διατηρητέο μνημείο. Λειτούργησε πρώτη φορά το 1897, παρέμεινε σβηστός κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και επαναλειτούργησε μετά τη λήξη του.
Ανήκει στους φάρους όπου κατά την Παγκόσμια Ημέρα Φάρων (3η Κυριακή του Αυγούστου) είναι ανοιχτός για το κοινό ενώ είναι γνωστός και ως φάρος Ηραίον. Μπορείς να φτάσεις ως τη «μύτη» του ακρωτηριού και το φάρο ακολουθώντας το χωματόδρομο σε λιγότερο από 10 λεπτά πεζοπορίας.
Από τον 9ο αι. π. Χ. μέχρι τις ανασκαφές ενός πολύτιμου θησαυρού
Την ανακάλυψη αυτού του σπουδαίου κέντρου της αρχαιότητας την οφείλουμε στον Χάμφρεϋ Πέιν (διευθυντής Αγγλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθήνας). Μετά από έρευνα ιστορικών γεγονότων και αναφορών καθώς επίσης και μυθολογικών στοιχείων, ζήτησε άδεια ανασκαφής στην περιοχή όπου και του δόθηκε. Οι ανασκαφές διήρκεσαν από το 1930 έως το 1933 και έφεραν στο φως έναν ανεκτίμητο θησαυρό.
Το Ηραίο όπως ονομάστηκε εξαιτίας του αρχαϊκού ιερού της θεάς Ήρας (προστάτιδας της οικογένειας) αφορά μια μικρή ολοκληρωμένη κοινωνία με αγορά, τον κεντρικό ναό της προστάτιδας θεάς, βωμό, εστιατόρια, πολλά ακόμη δημόσια κτίρια κι ένα προηγμένο υδραυλικό σύστημα.
Εδώ λοιπόν, αρχικά οι Κορίνθιοι πριν από τα μεγάλα τους εμπορικά και αποικιακά ταξίδια σταματούσαν για να προσφέρουν αναθήματα στη θεά Ήρα. Αργότερα η φήμη του ιερού εξαπλώθηκε προσελκύοντας επισκέπτες από σχεδόν ολόκληρη την Πελοπόννησο.
Η παράδοση θέλει τη Μήδεια να θάβει εδώ τα παιδιά της αφού προηγουμένως η ίδια τα είχε σκοτώσει για να τιμωρήσει το σύζυγό της Ιάσονα ο οποίος την απατούσε.
Σύμφωνα μες τους ιστορικούς το μέρος άκμασε κατά τον 6ο αι. π. Χ. αποκτώντας δόξα και πλούτο. Καταστράφηκε το 2ο α. π. Χ από τους Ρωμαίους.